Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Το Θηλυπρεπές Έθνος των Ελλήνων Μέρος Β'

Στο Α' μέρος παρατέθηκαν αποσπάσματα από τις πηγές που πραγματεύονται ένα στερεότυπο των μέσων χρόνων για τους Έλληνες: πως αυτοί είναι ακατάλληλοι για πόλεμο, αδύναμοι, θηλυπρεπείς.
Σε αυτή τη δημοσίευση θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε τους λόγους που οδήγησαν σε αυτήν την εντύπωση τους λαούς της ανατολής, αλλά κυρίως της δύσης.

Για να φθάσουμε σε κάποιες απαντήσεις, θα πρέπει να εξετάσουμε αδρά την κοινωνία και το στρατό στο Βυζάντιο, καθώς και τις διαφορές με τους γειτονικούς λαούς και τους λαούς της Δύσης την ίδια περίοδο.

θρησκεία


  Ως γνωστόν, το κυρίαρχο στοιχείο της βυζαντινής κοινωνίας, το απόλυτο μέτρο και η κινητήριος δύναμη για το καθετί και τον καθένα -από την ίδια την αυτοκρατορία, ως και τον τελευταίο της υπήκοο- ήταν η Θρησκεία.
  Ο ορθόδοξος χριστιανισμός δε θα μπορούσε να αφήνει ανεπηρρέαστη την αντίληψη του λαού για τον πόλεμο. Η στάση της εκκλησίας απέναντι στο στρατό, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί με τον όρο "ανοχή". Η ανθρωποκτονία, ακόμη και εχθρού της Πίστης, θεωρείται φοβερό αμάρτημα. Ο μέγας Βασίλειος πρότεινε αποχή από τη Θεία Ευχαριστία για 3 έτη στο στρατιώτη για κάθε φόνο εχθρού στη μάχη (!) [1] Βέβαια το πιθανότερο είναι πως η νηστεία περιοριζόταν σε ξηροφαγία και υδροποσία κατά τη μοναστική ορολογία (απαγόρευση βρώσης κρέατος και πόσης κρασιού), καθώς διαφορετικά θα έπεφτε σημαντικά η μαχητική ικανότητα του στρατεύματος. [2] Κι έτσι όμως, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε, πως ο βυζαντινός στρατός ήταν ένας στρατός υπό μόνιμη νηστεία!
  Επιπλέον, στο Βυζάντιο δε νομιμοποιήθηκε ποτέ από την εκκλησία ο "Ιερός Πόλεμος", όπως έγινε με το Τζιχάντ στην Ανατολή και τις Σταυροφορίες στη Δύση. Δυο προσπάθειες από το Νικηφόρο Φωκά [3] και τον Ιωάννη Βατάτζη για θεσμοθέτηση της άφεσης αμαρτιών των στρατιωτών που πέφτουν στη μάχη βρήκαν τη σθεναρή αντίδραση του Πατριάρχη.
  Τέλος, είναι σημαντικό να σημειώσουμε για την επίδραση της Θρησκείας στο στερεότυπο του απόλεμου Έλληνα, την έκταση που είχε πάρει το φαινόμενο του μοναχισμού. Σύμφωνα με τους μετριοπαθέστερους υπολογισμούς, κατά τη μεγάλη ακμή της Αυτοκρατορίας στα 1000 μΧ, το 10% και πλέον του πληθυσμού βρισκόταν στα μοναστήρια. [4] (άλλοι ανεβάζουν τον ποσοστό ακόμη και στο 1/3-1/2) Περιττό δε να αναφερθεί πως οι μοναχοί στην Ανατολή δε στρατεύονταν, σε αντίθεση με τους δυτικούς, οι οποίο πήραν μέρος στις σταυροφορίες και προκάλεσαν μάλιστα φρίκη στους Ρωμιούς που θεωρούσαν αδιανόητο ένα αιματοβαμμένο χέρι να μεταδίδει τη Θεία Κοινωνία!

κοινωνία-οικονομία


  Αυτές οι απόψεις έθεταν τον Στρατιώτη σε μια ιδεολογική "γκρίζα ζώνη". [5] Για την εκκλησία και κατά συνέπεια για την κοινωνία ο στρατιώτης ήταν κάτι σαν "αναγκαίο κακό" και σίγουρα δεν εκπλήρωνε τα ιδανικά της βυζαντινής κοινωνίας, στα οποία δεν περιλαμβάνονταν σε πολύ υψηλή θέση κατάταξης η ανδρεία και η γενναιότητα, αλλά μάλλον η αγιότητα και η προσπάθεια σωτηρίας της ψυχής. Δεν προξενεί εντύπωση λοιπόν, πως οι πολίτες από τον 3ο-4ο αιώνα ακόμη απέφευγαν με κάθε μέσο τη στράτευση, κάποτε μάλιστα κόβοντας τον αντίχειρά τους ωστέ να θεωρηθούν ανίκανοι για το στρατό. Αργότερα φυσικά, προτιμούσαν απλούστερες μεθόδους - κυρίως την εξαγορά της θητείας. 
  Εξαίρεση εν μέρει και κατά τόπους, αποτελεί η εποχή της ανάπτυξης των θεμάτων 8ος-10ος αιώνας. Τότε, και κυρίως στις επαρχιακές περιοχές της Μικράς Ασίας, οι μικροκαλλιεργητές-στρατιώτες, καθώς και οι "δυνατοί" της επαρχίας απομακρύνθηκαν από τον κλασικό ιδεολογικό προσανατολισμό της Αυτοκρατορίας και χωρίς φυσικά να απωλέσουν τη θρησκευτικότητά τους, αφοσιώθηκαν και ύμνησαν ακόμη τη στρατιωτική ζωή. Ο κύκλος των ακριτικών τραγουδιών το επιβεβαιώνει πέρα από κάθε αμφιβολία.
  Σε αυτό το σημείο, μπορούμε κατά κάποιο τρόπο να δούμε πως συνέκλιναν οι κοινωνίες του Βυζαντιου με της Δύσης- η άτυπη φεουδαρχία και ο θεσμός των θεμάτων παρήγαγαν τοπάρχες και ακρίτες, ενώ αντίθετα η ισχυρή κεντρική διοίκηση της Κωνσταντινούπολης στηρίχθηκε σε πλήθος μισθοφόρων για τη στήριξη και τους επιθετικούς πολέμους της.
Οι δυνατοί των επαρχιών, όπως και οι ακρίτες έμοιαζαν περισσότερο με τους αντίστοιχους δυτικούς ιππότες, παρά με την αριστοκρατία των πόλεων, που μπορεί και να διέθετε κλασσική παιδεία ή να διήγε τρυφηλό βίο, δείγματα θηλυπρέπειας στα μάτια ενός άξεστου φεουδάρχη.

τακτική-στρατηγική


  Τέλος, θα πρέπει να εξετάσουμε τη στρατηγική και την τακτική στο Βυζάντιο και την εικόνα που έδιναν στους ξένους.
  Ο Λέων ο Στ' ξεκινά να γράφει το πολεμικό του εγχειρίδιο (Τακτικά) με τη φράση: "πρέπει πάντα να προτιμούμε την ειρήνη πάνω απ'όλα και να απέχουμε από τον πόλεμο". [6] Αντί για τον πόλεμο χρησιμοποιούνταν η διπλωματία,η δωροδοκία, ο προσηλυτισμός, οι απόδοση τίτλων, η πληρωμή χρημάτων ή δώρων, η παρακίνηση μιας φυλής εναντίον μιας άλλης. [7]
Για παράδειγμα, οι σταυροφόροι θεώρησαν ύπουλη την συνεννόηση του αυτοκράτορα με τους Τούρκους για την αναίμακτη παράδοση της Νίκαιας, ενώ αυτοί πολιορκούσαν την πόλη.
  Και όταν όμως αποφασιζόταν ο πόλεμος, θα έπρεπε να αποφεύγεται πάση θυσία η μάχη εκ παρατάξεως. Σύμφωνα με το Μαυρίκιο το ρίσκο ήταν ιδιαίτερα μεγάλο, οπότε η μάχη θα πρεπε να δίνεται μόνο όταν εξασφαλιστούν όλες οι προϋποθέσεις υπεροχής, ώστε να είναι σχεδόν σίγουρη η νίκη. Πλήθος στρατηγημάτων προτείνονταν για την εξαπάτηση του εχθρού πριν τη σύγκρουση, αλλά και κατά τη διάρκεια αυτής.
  Στο πεδίο της μάχης, σε αντίθεση με το δυτικό ιππότη που βασιζόταν στην ορμητική του επέλαση και την ατομική ανδρεία, κύρια επιδίωξη για το Ρωμαίο στρατηγό ήταν η ευταξία. Ο Βασίλειος ο Β' έδινε αυστηρές οδηγίες κανείς στρατιώτης να μην υπερβαίνει την πρώτη γραμμή - οι παραβάτες θα τιμωρούνταν αυστηρά, ακόμη κι αν είχαν διακριθεί στη μάχη. [8] Ο Μανουήλ Κομνηνός, όταν 16 χρονών έλαβε μέρος σε μάχη, κάλπασε με θάρρος και ενθουσιασμό εναντίον του εχθρού μπροστά από τις γραμμές. Γι'αυτήν του την απερισκεψία μαστιγώθηκε στο παλάτι από τον ίδιο τον πατέρα του, που του απαγόρευσε να κάνει ξανά κάτι παρόμοιο. [9] Ένα ρωμαϊκό στράτευμα δρούσε -ιδανικά έστω- ως σύνολο, σαν ένας σύγχρονος στρατός. Αντίθετα, ένας δυτικός στρατός του Μεσαίωνα βασιζόταν στην ομάδα κρούσης των ιπποτών και την ατομική τους αξία. Χωρίς αμφιβολλία, αυτή η διαφορά φιλοσοφίας στη μάχη αντικατοπτρίζει την κοινωνική διαφορά της αυτοκρατορίας από τις φεουδαρχίες της Δύσης της εποχής.
  Ο ρωμαϊκός στρατός, επιπλέον περιλάμβανε πλήθος διαφορετικών μονάδων με διαφορετική αποστολή από την ευθεία επέλαση των καταφράκτων. Η χρήση ιπποτοξοτών για παράδειγμα, γνώρισμα των ανατολικών λαών και σε ευρείας κλίμακας χρήση και από την Αυτοκρατορία, φάνταζε το λιγότερο "άνανδρη" στο Φράγκο σταυροφόρο ή το Νορμανδό καβαλλάριο. Στις "ύπουλες" τακτικές περιλαμβάνονταν η ψεύτικη υποχώρηση, το πάρθιον βέλος και πλήθος άλλων.
Με αυτές τις τακτικές και στρατηγικές, κατόρθωσε να επιβιώσει η Αυτοκρατορία εν μέσω δεκάδων βάρβαρων φυλών και επιθετικών βασιλείων για χίλια και πλέον χρόνια.


  Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν, δημιουργήθηκε στα μάτια του δυτικού ανθρώπου του Μεσαίωνα το στερεότυπο του απόλεμου, θηλυπρεπούς Έλληνα. 
  Τόσο η ρωμαϊκή κοινωνία, όσο και ο ρωμαϊκός στρατός παρουσίαζαν μια εικόνα σαφώς πιο σύνθετη και σαφώς διαφορετική από αυτή των δυτικών (και κάποιων ανατολικών) βασιλείων, τουλάχιστον ως και τις σταυροφορίες.
  Όπως αποδείχθηκε όμως από τις ατέλειωτες στρατιωτικές επιτυχίες 10 αιώνων, καθώς και τις στρατειές των γενναίων προσώπων που έδωσαν και τη ζωή τους για τα ιδανικά τους, δεν έλειψε σε καμία χρονική περίοδο η ανδρεία από την Αυτοκρατορία των Ρωμιών, με αποκορύφωμα ίσως την τελευταία πράξη της ένδοξης πορείας της στο χρόνο- την Άλωση του 1453.

*
«Μὰ τὸν κὺρ ἥλιον τὸν γλυκύν, μὰ τὴν γλυκεῖαν του μάννα,
ἐψὲς ἐξεδιαλέχθημεν κἂν ἑκατὸν χιλιάδες,
ὅλοι καλοὶ καὶ ἐκλεκτοὶ πρασινοσκουταρᾶτοι,
ἔναι καὶ ἄνδρες δυνατοὶ οὐδὲ χιλίους φοβοῦνται,
οὐδὲ χιλίους, οὐδὲ μυρίους, οὐδὲ ὅσοι τοὺς ἀπαντήσουν».
Πτερνιστηρέαν τὸν μαῦρον του, ἄνω εἰς βουνὶν ἀνέβη,
φουσσᾶτον εἶδεν κ᾿ ἐγνώμιασεν ἀριφνισμὸν οὐκ ἔχει.
Καὶ τότε πάλε τὸ παιδὶν ανογᾶται, λέγει:
«Ἂν τοὺς πηδήσω ἀρμάτωτους, πάντα καυχᾶσθαι θέλουν,
ὅτι τοὺς ηὗρα ἀρμάτωτους καὶ ἐπῆρα τους τὴ πρόβαν».
Στριγγιὰν φωνὴν ἐλάλησεν, ὅσον καὶ ἂν ἐδύνετον:
«Σαρακηνοί, ἀρματώνεσθε, σκυλιὰ μαγαρισμένα,
λουρικωθῆτε γλήγορα,
εἰς ἀπιστίαν μὴ τό ῾χετε ὅτι ἀπέρασεν ὁ Ἀρμούρης
ὁ Ἀρμουρόπουλος, τοῦ Ἀρμούρη ὁ υἱός, ὁ ἀρεύστης, ὁ ἀνδρειωμένος»
άσμα του Αρμούρη - ακριτικό
*


ΠΗΓΕΣ-ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

[1] Βασίλειος, επίσκοπος Καισάρειας, 188, 13, σ.130
[2] Timothy Dawson, Byzantine Infantryman 900-1204, p.42-3, Osprey Publishing 2007
[3] Κόλια-Δερμιτζάκη, διατριβή "Βυζαντινός Ιερός Πόλεμος" σ.130-2
[4] Peter Charanis, The Monk as an Element of Byzantine Society, Dumb. Oaks Papers N.25 1971
[5] Timothy Dawson, Byzantine Infantryman 900-1204, p.42-3, Osprey Publishing 2007
[6] Λεων Στ', Τακτικά, Προοίμιον στ.1-2
[7] George T. Dennis, Byzantines in battle, p.1 (165)
[8] Μιχαήλ Ψελλός, Χρονογραφία, Ι 33
[9] Νικήτας Χωνιάτης, Ιστορία J-L ,van Dieten, Berlin, p.35


EIKONEΣ:
1. Ο θρίαμβος της Ορθοδοξίας, π.1400, Βρετανικό Μουσείο
2. Όργωμα, μικρογραφία 11ου αι., Άγιο όρος
3. Σχέδιο τακτικών ελιγμών ιπποτοξοτών
4. Μάχη, Φυλλάδα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, π.1350, Βενετία
5. Άγιος Μερκούριος, τοιχογραφία, 14ος αι.

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Το Θηλυπρεπές Έθνος των Ελλήνων μέρος Α'



"(θλίβομαι) γιατί μια πόλη που κατακτήθηκε με τόσους κινδύνους από τους άνδρες μας...θα έπεφτε στα χέρια του θηλυπρεπούς λαού των Ελλήνων..." [1]
-Reymond de Poitiers, Αντιόχεια 1138


Η παραπάνω φράση, αποτελεί απόσπασμα επιστολής προς τον Πάπα, του Ραϋμόνδου, κυβερνήτη της Αντιόχειας. Ο Φράγκος φεουδάρχης δυσανασχετούσε, με την υποχρέωσή του να παραδώσει την Αντιόχεια στον Ιωάννη Κομνηνό, καθώς είχε συμφωνηθεί με παλαιότερη συνθήκη.

Η άποψή του Ραϋμόνδου για τους Έλληνες δεν είναι μοναδική. Προκαλεί έκπληξη στο αναγνώστη μεσαιωνικών χρονικογράφων και συγγραφέων αυτό το στερεότυπο που επαναλαμβάνεται πιστά τόσο στην Ανατολή, όσο (κυρίως) στη Δύση.
Από την ύστερη ρωμαϊκή περίοδο ήδη, οι Έλληνες θεωρούνται ακατάλληλοι για πόλεμο, δειλοί, αδύναμοι, ως και θηλυπρεπείς.
Οι Οστρογότθοι μισθοφόροι του Βελισσάριου στην Ιταλία, για παράδειγμα, αποκαλούσαν περιφρονητικά τους στρατιώτες των μονάδων των comitanses "Έλληνες". Είναι γνωστό πως οι comitanses είχαν χάσει από καιρό τη μαχητική τους ικανότητα και θεωρούνταν σαφώς κατώτεροι των μισθοφόρων βουκελλαρίων. [2]

Στην Ανατολή πάλι, ο Αρμένιος Ματθαίος της Εδέσσης έγραφε το 12ο αιώνα, μετά τις τουρκικές επιδρομές:
"ποιος είναι σε θέση να περιγράψει με λεπτομέρεια τις καταστροφικές συμφορές και τους αμετανόητους θρήνους των Αρμενίων, γεγονότα που υπέστησαν στα χέρια των κακών, αιμοδιψών και βάρβαρων τουρκικών δυνάμεων, όλα εξαιτίας της εγκατάλειψής τους απ'τον ψεύτικο προστάτη τους - το θηλυπρεπές και ποταπό ελληνικό έθνος ; Γιατί οι Έλληνες, σταδιακά αποστρατεύοντας τους γενναίους μας στρατιώτες, τους μετακίνησαν από την Αρμενία, απομακρύνοντάς τους από τις πόλεις και τις περιοχές τους." [3]

O Γουλιέλμος της Απουλίας, στο έργο του Gesta Roberti Wiscardi, περιγράφοντας τις αναρίθμητες συγκρούσεις μεταξύ Νορμανδών και Αυτοκρατορίας, αναφέρεται πολλές φορές στο χαρακτήρα των Ελλήνων.:
"Η νίκη αυτή ενθάρρυνε πολύ τους Νορμανδούς, γιατί κατάλαβαν πως από τους Έλληνες έλειπε η γενναιότητα και προτιμούσαν τη φυγή από την αντίσταση" [4]
"οι Έλληνες, συνηθισμένοι να τρέχουν σε δειλή υποχώρηση, επέστρεψαν στα τείχη της Λάρισας" [5]
Στο ίδιο έργο ο Αρδουίνος (Αrduin), Λομβαρδός ευγενής χρησιμοποιεί ακόμη πιο βαρείς χαρακτηρισμούς.
Όταν μετά από τη νίκη του Δοκιανού στην Καλαβρία, αυτός και οι άνδρες του δεν ανταμείφθηκαν με λεία, κατηγόρησε το στρατηγό πως έδωσε τα λάφυρα "σε δειλούς και όχι σε άνδρες-καθώς οι Έλληνες είναι σαν γυναίκες" [4]
Γι'αυτά τα λόγια του μαστιγώθηκε και κατέφυγε στην Αβέρσα.
Εκεί κατηγόρησε τους Νορμανδούς "γιατί αφήνουν μια χώρα τόσο πολύτιμη όπως η Απουλία,
στην κατοχή των θηλυπρεπών Ελλήνων, όταν αυτοί είναι μια δειλή ράτσα μεθυσμένων αμαρτωλών που συχνά το βάζουν στα πόδια μπροστά σε μια χούφτα εχθρών, και, ακόμη χειρότερα, ακόμη και τα ρούχα τους δεν είναι κατάλληλα για μάχη"
(!)
[4]

Οι λίβελλοι συνεχίζονται μετά την 4η Σταυροφορία και ενισχύονται από τα άλλα χαρακτηριστικά που αποδίδονται στους Έλληνες από τους δυτικούς: δόλιοι, κακοί, ύπουλοι.
Αυτό το στερεότυπο επαναλαμβάνεται σχεδόν σε όλους τους συγγραφείς της περιόδου (Ρομπέρ ντε Κλαρί, Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνο, Όθων του Deuil και άλλοι).


Στο Χρονικόν του Μορέως έχουμε διάσπαρτες τέτοιες αναφορές:
"τὴν κακοσύνην τῶν Ρωμαίων, τὴν ἀπιστίαν ὅπου ἔχουν.
Ποῖος νὰ θαρρέσῃ εἰς αὐτούς, ὅρκον νὰ τοὺς πιστέψῃ,
ἀφῶν τὸν Θεὸν οὐ σέβονται, ἀφέντη οὐκ ἀγαποῦσιν;"


"καθὼς εὑρίσκεται ἀπὸ ἀρχῆς τὸ γένος τῶν Ρωμαίων
εἰς δολιότητα πολλὴν κ᾿ εἰς ἀπιστίες μεγάλες
" [6]




...συνεχίζεται...



ΠΗΓΕΣ-ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΧΟΛΙΑ:
[1] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος Θ'
[2] Δημήτρη Μπελέζου, ο Βυζαντινός Στρατός, σ.42-43
[3] Ματτθαίος της Εδέσσης, Χρονικόν (1113-1140) σ.29 (ο χρονικογράφος χρησιμοποιεί τους όρους Yoyn (=Yunan= Ίων ) και Horom (=Ρωμαίος) ως ταυτόσημες έννοιες (ελληνόφωνος ορθόδοξος=Έλληνας)
[4] Gesta Roberti Wiscard, βιβλίο Ι
[5] Gesta Roberti Wiscard, βιβλίο V
[6] Χρονικόν του Μορέως 45, 53 . (Το Χρονικόν του Μορέως γράφτηκε από ελληνόφωνο Φράγκο, ή γασμούλο και γενικά είναι εχθρικά διακείμενο προς του Έλληνες)