Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

Xαμένη Αρχαία και Βυζαντινή Θεσσαλονίκη

Η σημερινή θλιβερή εικόνα των ελληνικών πόλεων οφείλεται  εν πολλοίς,  στην "ανοικοδόμηση" των δεκαετιών '50-'70.  
Αυτό όμως δεν είναι απόλυτο, καθώς εγκλήματα κατά της αρχιτεκτονικής και της ιστορίας του τόπου διαπράττονταν πριν, αλλά -δυστυχώς- και μετά από αυτήν την περίοδο.
Ειδικότερα, στην ιστορία της Θεσσαλονίκης κομβικό γεγονός αποτέλεσε η πυρκαγιά του 1917, όταν καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος του ιστορικού κέντρου, χωρίς να αποκατασταθεί
Στην παρούσα δημοσίευση δε θα επιχειρηθεί να ανασυσταθεί η εικόνα της πόλης συνολικά, αλλά θα αναφερθούν επιγραμματικά κάποια μνημεία που επιβίωσαν πριν χαθούν οριστικά,από την αρχαιότητα ή το μεσαίωνα ως το 19ο ή και τις αρχές του 20ου αιώνα.



1. H Χρυσή Πύλη

Στην περιοχή της Πλατείας Ελευθερίας (Βαρδάρη), υπήρξε η κύρια είσοδος της πόλης. Χτισμένη από μάρμαρο, με ενσωματωμένα ανάγλυφα, φαίνεται πως δεν είχε υποστεί ιδιαίτερη φθορά πριν κατεδαφισθεί μαζί με ολόκληρο το νότιο τμήμα των τειχών  (1866)


H Xρυσή Πύλη, L.Daumet περ.1855


2. Το περιτείχισμα του Λευκού πύργου
Το περιτείχισμα του Λευκού Πύργου ("πύργου των Λεόντων"/"Ασλάν Κουλεσί") χτίσθηκε στα 1535-6 επί Σουλεϋμάν του Μεγαλοπρεπούς. Ήταν οκταγωνικό, με πύλη και 3 στεγασμένους πυργίσκους. Κατεδαφίσθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα (μετά το 1912).
Μετά τις πρόσφατες εργασίες στο Λευκό Πύργο, είναι πλέον ορατά τα θεμέλιά του.



3. Η στοά της Αγίας Σοφίας
Καταστράφηκε μετά το 1912.




4. Η στοά των Ειδώλων (Incantadas)
Στοά της ρωμαϊκής εποχής, τμήμα δημόσιου κτιρίου, το άνω τμήμα της οποίας στήριζαν ανάγλυφα, προσωποποιήσεις νυμφών και θεοτήτων. Τον 19ο αιώνα βρίσκονταν στην αυλή ενός εβραϊκού σπιτιού, πριν αγορασθούν από Γάλλους. Σήμερα βρίσκονται στο Μουσείο του Λούβρου. Εκτέθηκαν πρόσφατα σε έκθεση για τη Μακεδονία, ενώ υπήρχε παλαιότερα μια απόφαση του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης για αγορά πιστών αντιγράφων, η οποία δεν γνωρίζω τη απέγινε.
Περισσότερες πληροφορίες:
 


Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

Ο πύργος της Ψαλίδας


Ο πύργος της Ψαλίδας βρίσκεται στην περιοχή της Νικήτης Χαλκιδικής, στο μέσο περίπου του στομίου της χερσονήσου του Λογγού (Σιθωνίας).
Μπορεί κανείς να τον προσεγγίσει σχετικά εύκολα, καθώς βρίσκεται λίγα μέτρα από το δρόμο Νικήτης-Iερισσού, στα αριστερά, πίσω από το κλειστό γυμναστήριο. (40°13'18"Ν - 23°41'29"Ε)


To χωριό της Ψαλίδας αναφέρεται σε μοναστικά έγγραφα του Αγίου Όρους [XEN,LA,XER] , καθ'όλη τη διάρκεια του 13ου αιώνα, ως ανήκον στη δικαιοδοσία της Μονής Μεγίστης Λαύρας. 
Στα 1300 καταγράφεται ως παλαιότερος κάτοχος του χωριού, ο προνοιάριος στρατιώτης Συρ Πέτρος Μαρτίνος [1].
Λίγα χρόνια αργότερα (1322) αναφέρονται άλλοι κάτοχοι γης στην περιοχή (Προβατάς, Μιχαήλ Κηρουλάς) [2][3]. Η ουσιαστική διαφορά όμως είναι, πως πλέον στην Ψαλίδα κατοικούν μόνο 10 άτομα που ανήκουν σε ένα νοικοκυριό [4].

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τα ανασκαφικά ευρήματα από τον πύργο (ίχνη καταστροφής-πυρκαγιάς), οδηγούν στο συμπέρασμα πως αυτός καταστράφηκε από τις επιδρομές των Καταλανών που είχαν εγκατασταθεί στην Κασσάνδρεια (Ποτίδαια), μεταξύ 1307-9.

Στην ίδια περιοχή με την καταστροφή της Ψαλίδας, αρχίζει να αναπτύσσεται το κτήμα του Νεακίτου, το οποίο αναφέρεται για πρώτη φορά στις πηγές στα 1300 [5] και με την εγκατάσταση παροίκων, να μετατρέπεται στο χωριό που υπάρχει μέχρι σήμερα ως Νικήτη.


*

Ο πύργος βρίσκεται μέσα σε ελαιώνα, αν και η πρόσβαση σε αυτόν δεν είναι αδύνατη.
Πρόκειται για τετράγωνο κτίσμα με χαρακτηριστικά βυζαντινή τοιχοποιεία με σπάνια χρήση κεράμων. Σώζεται σε χαμηλό ύψος, ενώ κοντά του, μετά τις ανασκαφικές εργασίες στην περιοχή, υπάρχουν σωροί από λίθους και κεραμίδια .

Να σημειώσουμε εδώ, πως δε θα πρέπει να γίνεται σύγχυση του πύργου της Ψαλίδας με το ερειπωμένο κυκλικό κτίσμα που βρίσκεται 500 μέτρα βορειοδυτικά, πάνω στο λόφο.(40°13'30"Ν-23°13'11"Ε) Φαίνεται πως πρόκειται για μεταγενέστερο οικοδόμημα, πιθανότατα ανεμόμυλο.
Η θέα από την κορυφή του λόφου πάντως, είναι ενδιαφέρουσα.

*

ΠΗΓΕΣ:
1.[petit XEN, n.3, 1300].
2.[Πρακτικό Σαβέντζη (ανέκδοτο) ΞΕΝ]
3.[πρακτικό Μαρούλη, ΞΕΝ]
4.[Laiou, σελ. 342-343]
5.[Actes de Xénophon, εκδ. D. Papachryussanthou, Paris 1986]

 ο πύργος της Ψαλίδας σώζεται σε χαμηλό ύψος
 ο πύργος μες στον ελαιώνα

 η τοιχοποιεία
 το εσωτερικό του πύργου
 η Καταλανική Εταιρεία
Αλμογάβαροι
σωρός λίθων δίπλα στον πύργο
καμμένο οικοδομικό υλικό, 
από την περίοδο των Καταλανικών επιδρομών (1307-9)
 ο ανεμόμυλος
 η θέα από τον ανεμόμυλο





Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

Το διατείχισμα της Κασσάνδρειας


To τείχος, διατείχισμα ή κάστρο της Κασσάνδρειας, βρίσκεται μέσα στο χωριό της Νέας Ποτίδαιας, παράλληλα με τη διώρυγά της.
(40°11'42"Ν 23°19'20"Ε ως 40°11'47"Ν 23°19'57"Ε)

Το διατείχισμα φαίνεται πως προϋπήρχε από την αρχαία εποχή, επανακτίσθηκε όμως επί Ιουστινιανού, όπως αναφέρει ο Προκόπιος, μετά την ισοπέδωση της πόλης από τους Ούνους (540).
Επισκευάστηκε και ενισχύθηκε σημαντικά στις αρχές του 15ου αιώνα, αρχικά από το Δεσπότη Θεσσαλονίκης και "Βασιλέα πάσης Θεσσαλίας" Ιωάννη Παλαιολόγο (πρώην αυτοκράτορα Ιωάννη Ζ') και στη συνέχεια από τους Βενετούς, κατόπιν εκκλήσεων των κατοίκων.
Μετά την τουρκική κατάκτηση αφέθηκε στη φθορά του χρόνου, ως το 1821 οπότε το επισκεύασαν πρόχειρα οι Χαλκιδικιώτες επαναστάτες. 450 από αυτούς θα αναχαιτίσουν την πρώτη επίθεση 3000 Τούρκων υπό τον Αβδούλ Αμπούδ. Στη δέυτερη απόπειρα όμως, στις 30 Οκτωβρίου παρά την ηρωική τους αντίσταση, το τείχος δε στάθηκε ικανό να σταματήσει τους Οθωμανούς.
Μεγαλύτερο ίσως χτύπημα κι από αυτό των Τούρκων δέχθηκε η οχύρωση στα 1924, όταν οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, λόγω της ένδειας σε άλλα οικοδομικά υλικά, λιθολόγησαν τα τείχη χρησιμοποιώντας τις πέτρες τους στην οικοδόμηση των μικρών τους σπιτιών.
Τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί ανασκαφικές εργασίες από τη 10η εφορία αρχαιοτήτων, παράλληλα με εργασίες για τη συντήρηση, στερέωση και ανάδειξη του διατειχίσματος. Σχεδιάζεται η κατασκευή πεζοδρόμου που θα κάνει την επίσκεψη στο χώρο περισσότερο ευχάριστη.

Το συνολικό μήκος του τείχους ήταν 1200 μέτρα, ενισχυόμενο από 21 πύργους.
Σώζονται διάσπαρτα τμήματά του, με ύψος που φθάνει ως τα 10 μέτρα και πάχος τα 3, καθώς και οι 18 από τους πύργους, οι περισσότεροι εκ των οποίων όμως στα θεμέλιά τους ή σε χαμηλό ύψος.



 πύργος "του Θερμαϊκού". βρίσκεται δυτικά, μες στη θάλασσα (1.)
 πύργος 10. εργασίες στερέωσης (2.)
 ένα από τα καλύτερα σωζόμενα τμήματα (3.)
ο πύργος του παραπάνω τμήματος (3.)
τμήμα τείχους (4.)
η διώρυγα
η πύλη στο κέντρο του Διατειχίσματος (5.)
μεγάλα τμήματα της πύλης έχουν καταρρεύσει
 άποψη εκ των έσω                                                      παραστάδες της πύλης

πύργος στην ανατολική πλευρά του τείχους (6.)
πύργος - διακρίνεται το αρχαίο υλικό που χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή
τμήμα του τείχους κάτω από τη σύγχρονη γέφυρα (7.)
 το ανατολικό άκρο του τείχους με πλήθος αρχαίων μαρμάρινων οικοδομικών στοιχείων (8.)
η έξοδος της διώρυγας στον Τορωναίο (9.)


Στη συνέχεια παρατίθεται άρθρο από το ενδιαφέρον site e-istoria.com, με συγγραφέα τον εξαιρετικό  Χαλκιδικιώτη ιστορικό-αρχαιολόγο Ιωακείμ Παπάγγελο, κείμενα του οποίου είναι από τις πολυτιμότερες πηγές για τη διερεύνηση των μνημείων στη Χαλκιδική.
Διερευνάται η χρήση του όρου Κασσάνδρεια-Κασσάνδρα, καθώς και η κατοίκηση του κάστρου και της ομώνυμης πολίχνης από την επανίδρυσή του ως την οθωμανική κατάκτηση.



ΤΟ ΠΟΛΙΧΝΙΟΝ ΤΗΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΕΙΑΣ

ΙΩΑΚΕΙΜ ΑΘ. ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΥ

Τα Αρχαία Χρόνια

Το 316 π.Χ., δηλ. πριν από 2.300 χρόνια, ό Κάσσανδρος ίδρυσε την πόλη ή οποία ονομάσθηκε από το όνομά του Κασσάνδρεια. Ή νέα πόλη κατέλαβε την θέση τής κατεστραμμένης τότε Ποτιδαίας στον ισθμό τής χερσονήσου Παλλήνης• ό γεωγράφος Στράβων είναι σαφής: «όνομα δε τη χερρονήσω Παλλήνη• πενταστάδιον δ’ έχει τον ισθμόν διορωρυγμένον κείται δ’ επ’ αυτώ πόλις ή πρότερον μεν Ποτίδαια, Κορινθίων κτίσμα, ύστερον δε Κασσάνδρεια από του αυτού βασιλέως Κασσάνδρου, αναλαβόντος αυτήν ανατετραμμένην».
Η Κασσάνδρεια έπαιξε σημαντικό ρόλο στα πράγματα του βασιλείου τής Μακεδονίας και όταν την κατέλαβαν οι ρωμαίοι την ενίσχυσαν με σημαντικό αριθμό αποίκων• επί πλέον τής έδωσαν τον τίτλο τής «αποικίας», ό οποίος παρείχε ουσιαστικά δικαιώματα αυτοδιοικήσεως.
Ο επόμενος σημαντικός σταθμός στην ιστορία τής πόλεώς μας είναι το 540. Οι Ούννοι ισοπεδώνοντας την Βόρ. Ελλάδα, από τις ακτές του Ιονίου μέχρι τα πρόθυρα τής Κωνσταντινουπόλεως, κατέστρεψαν και την Κασσάνδρεια. Όπως μάς πληροφορεί όμως ό Προκόπιος, ή πόλη και το «διατείχισμα» επανιδρύθηκαν από τον Ιουστινιανό.

ο Ιουστινιανός 
Römisch-Germanisches Zentralmuseum, Mainz

500 έτη. 6oς-11ος αιώνας

Εδώ αρχίζει το θέμα μας: Ποια ήταν ή τύχη τής πόλεως από την ιουστινιάνεια επανίδρυσή της και εξής;
Οι σχετικές πληροφορίες των πηγών είναι ελάχιστες• θα προσπαθήσουμε να τις αξιοποιήσουμε.
Για πολλούς αιώνες οι πηγές σιωπούν.
Τον Αύγουστο τού 941 δίδεται ή εντολή από την Κωνσταντινούπολη για την πώληση των αδεσπότων γαιών «τής χερσονήσου Παλλήνης τής και Κασανδρίας λεγομένης». Απ’ ό,τι γνωρίζουμε πρόκειται για την παλαιότερη μνεία τής επεκτάσεως τού ονόματος τής πόλεως σε όλη την χερσόνησο. Μία άλλη πληροφορία πού μάς δίνει το έγγραφο αυτό είναι ότι ή χερσόνησος είναι σε μεγάλο βαθμό ερημωμένη και χρησιμοποιείται ως τόπος καταφυγής των ποιμνίων σε καιρό εχθρικής καταδρομής.
Το Νοέμβριο τού 996 εκδικάσθηκε μία σημαντική κτηματική διαφορά μεταξύ κάποιου τουρμάχου Βασιλείου και τής πατριαρχικής μονής τού Πολυγύρου. Το πολυπρόσωπο δικαστήριο συνήλθε «εν τω πολιχνίω Κασσανδρείας». Προεδρεύονταν από τον πρωτοσπαθάριο Νικόλαο ό οποίος ήταν «κριτής Στρυμόνος Θεσσαλονίκης και Δρουγουβιτίας» και μεταξύ των πολλών άλλων συμμετείχαν ό επίσκοπος Κασσανδρείας Λέων και ό άρχων Κασσανδρείας Καλωνάς. Προσεκλήθησαν επίσης και «οι τής Κασσανδρείας χωρίται». Στο σχετικό έγγραφο, προερχόμενο από το αρχείο τής μονής Ιβήρων, ή χερσόνησος τής Παλλήνης ονομάζεται «νήσος της Κασσανδρείας».
Βλέπουμε λοιπόν ότι 456 χρόνια μετά την καταστροφή τού 540, η Κασσάνδρεια εξακολουθεί να υφίσταται. Ο τίτλος τού επισκόπου Κασσανδρείας εξακολουθεί να είναι ενεργοποιημένος και αναφέρεται για πρώτη φορά ό «άρχων Κασσανδρείας», αξιωματούχος ό οποίος ίσως να είχε αρμοδιότητες σ’ όλη την χερσόνησο. Δεν έχουμε στοιχεία για να πούμε πού ήταν ή έδρα τού επισκόπου και τού άρχοντος, αλλά ή σύγκληση τού δικαστηρίου στο «πολίχνιον», προκειμένου να εκδικασθεί υπόθεση τού Πολυγύρου, μάς ωθεί να υποθέσουμε ότι ή Κασσάνδρεια ήταν διοικητικό κέντρο τής περιοχής. Η άποψη αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι λίγα χρόνια αργότερα, το 1047, έχουμε αναφορά στα όρια τού «κάστρου τής Κασσανδρείας». Το ίδιο έτος αναφέρονται και κάποια ιβηριτικά χωράφια «κείμενα υπό το κάστρον Κασσανδρίας». Ο όρος «κάστρον» χρησιμοποιούνταν την εποχή αυτή και για την Ιερισσό, ή οποία ήταν, τουλάχιστον, έδρα επισκοπής.

Η εγκατάλειψη;

Η αναφορά τού 1047 είναι ή τελευταία πού έχουμε για το πολίχνιον τής Κασσανδρείας. Μετά από το έτος αυτό υπάρχουν ένα πλήθος αναφορές στο όνομα «Κασσάνδρεια», πλην όμως οι περισσότερες απ’ αυτές αναφέρονται σαφώς στην χερσόνησο, ενώ για κάποιες δεν είναι σαφές αν αφορούν την πόλη ή την χερσόνησο• π.χ. το 1094, 1112, 1321, 1338 και 1341 γίνεται αναφορά «τού δρόμου τού εξερχομένου από Κασσανδρείας προς το κάστρον Βρύας». Έγγραφο τού 1338, αναφέρει «την από Κασσανδρείας ερχομένην οδόν και εις την Θεσσαλονίκην απερχομένην». Αναφέρονται επίσης και άλλοι δρόμοι από την Κασσάνδρειαν, αλλά πάντα εκτός τής χερσονήσου.
Πιθανώς θα πρέπει να αναζητήσουμε μία εγκατάλειψη τού πολιχνίου μετά το 1047. Πότε έγινε; Δεν γνωρίζουμε. Έχουμε όμως μία αχνή ένδειξη• σε έγγραφο τού 1078 υπογράφει ό επίσκοπος «Κασσανδρείας και Βρυών». Η πρόσθεση τού νέου τόπου στον τίτλο νομίζουμε ότι θα πρέπει να ερμηνευθή ως ένδειξη αλλαγής τής έδρας τής επισκοπής. Πού να οφείλεται άραγε αυτή ή αλλαγή; Στην ερήμωση τής Κασσανδρείας ή στην επισκίαση τού «πολιχνίου» από την ανάπτυξη τού γειτονικού κάστρου των Βρυών; Με τα στοιχεία πού έχουμε δεν είναι δυνατόν να δοθή απάντηση πάντως ό επισκοπικός τίτλος «Κασσανδρείας και Βρυών» συνέχισε να χρησιμοποιείται (τουλάχιστον) μέχρι το 1327, αν και το 1302 ή Βρύα ήταν ήδη ερημωμένη.

Οι Καταλανοί στην Κασσάνδρεια

Το 1307 οι Καταλανοί εισβάλλουν «εις τας τής Μακεδονίας κώμας κακεί τα πλείστα καταστρεψάμενοι και πολλής εαυτούς τής εκ των λαφύρων εμπλήσαντες ωφελείας, στρατοπεδεύουσι περί την Κασανδρείαν. Πόλις δε αύτη πάλαι μεν ούσα περιφανής, νυν δε και των οικητόρων έρημος. Ο γε μην περί αυτήν χώρος επιτήδειος ων ες στρατοπεδείαν και χειμερίαν καταγωγήν υποδέχεται, ως ειρήκαμεν, και τον των Κατελάνων πλανήτην στρατόν. Άκρα γάρ έστι προμήκης εις θάλασσαν, κόλποις ου μικροίς εκατέρωθεν περιειλημμένη, δι’ ων εν ταις χειμεριναίς ώραις το τής χιόνος αποσείεται υπερβάλλον».
Από το ανωτέρω κείμενο τού Γρηγορά δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι ή Κασσάνδρεια ήταν έρημος όταν εγκαταστάθηκαν εκεί οι επιδρομείς ή αν το «νυν δε των οικητόρων έρημος» αφορά τον χρόνον τής συγγραφής, δηλ. το β’ τέταρτο τού 14ου αι. Πάντως ή αναφορά αυτή είναι ή πρώτη σαφής μνεία τής ερημώσεως τής πόλεως.
Υπολογίζουμε ότι τα άτομα πού αποτελούσαν την συμμορία θα πρέπει να ήταν γύρω στις 10.000 ψυχές και έμειναν στην Κασσάνδρα κοντά δύο χρόνια. Πού ήταν εγκατεστημένοι; Εγκαταστάθηκαν στα χωριά τής χερσονήσου ή χρησιμοποίησαν τον χώρο τής Κασσανδρείας όπου θα πρέπει να σώζονταν οι οχυρώσεις; Δεν έχουμε καμμιά σχετική πληροφορία. Γνωρίζουμε όμως ότι οι Καταλανοί ήταν εγκατεστημένοι σε σπίτια και είχαν την άνεση να προσφέρουν στους φίλους τους και τούς φιλοξενουμένους τους «πολυτελείς οικίας». Οι αρχηγοί τους είχαν φυλαγμένα στα σπίτια τους πολυτελή λάφυρα τα οποία γίνονταν αντικείμενο λαφυραγωγήσεως σε περίπτωση εσωτερικών ερίδων. Πού ήταν όμως εγκατεστημένοι; Πάντα θα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την διπλή έννοια τού ονόματος «Κασσάνδρεια»: πόλις ή χερσόνησος;
Την Άνοιξη τού 1309 οι Καταλανοί εγκατέλειψαν την χερσόνησο, για να καταλήξουν, μετά από μία σύντομη πολεμική περιπλάνηση, κύριοι των Αθηνών.

Η Καταλανική Εταιρεία

14ος-15ος αιώνας

Από τον 14ο αι. και εξής συναντούμε και το επίθετο «Κασσανδρηνός» είτε ως επίθετο οικογενείας, είτε ως χαρακτηριστικό προελεύσεως ομάδος ανθρώπων• παράδειγμα τής δευτέρας περιπτώσεως έχουμε από έγγραφο τού 1348, σύμφωνα με το οποίο το βατοπεδινό μετόχι τού Αγίου Μάμαντος συμπεριλάμβανε «και τούς εκείσε καθημένους Κασανδρηνούς, μετά των εν τη νήσω Κασανδρί γονικών αυτών στάσεων». Έχουμε την γνώμη ότι και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για ανθρώπους οι οποίοι κατάγονταν από κάποιο χωριό τής Κασσάνδρας και όχι από την Κασσάνδρεια.
Το 1407 ό Ιωάννης Ζ’ Παλαιολόγος, δεσπότης τότε τής Θεσσαλονίκης, είχε επισκευάσει ήδη το τείχος και την διώρυγα στον ισθμό τής Κασσανδρείας. Παραλλήλως επέβαλε μία ειδική εισφορά σε μοναστηριακά κτήματα τής χερσονήσου, «ένεκεν τής φυλάξεως τού καστελλίου και των λοιπών πύργων». Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι στο κάστρο εγκαταστάθηκε μόνιμη φρουρά, το οποίον είναι λογικό, αν λάβουμε υπόψη μας τις ταραγμένες περιστάσεις τής εποχής• οι Τούρκοι ήταν κυριολεκτικά προ των πυλών.
Το έτος αυτό, δηλ. το 1407, συναντούμε για πρώτη φορά το νέο όνομα, με το οποίο αναφέρεται ή θέση τής Ποτιδαίας Κασσανδρείας. Ο Ιωάννης Παλαιολόγος αφιέρωσε στις ευνοούμενές του Μονές «και γήν απ’ αυτών των Πορτών τής Κασανδρίας ζευγαρίων δέκα». Οι εντόπιοι Χαλκιδικιώτες ονομάζουμε την Ποτίδαια, ακόμη και σήμερα, «Πόρτες», ενώ ή χερσόνησος ονομάζεται «Κασσάνδρια».
Το 1419 ό Στέφανος Δούκας ό Ραιδηνός, υπό την ιδιότητά του ως «κεφαλή τής νήσου Κασανδρίας», παρέδωσε στην μονή Αγίου Παντελεήμονος το μετόχι πού εκτείνονταν στην περιοχή τής σημερινής Καλλιθέας. Ποια ήταν ή έδρα τής «Κεφαλής»; Να υποθέσουμε ότι ήταν το νεοεπισκευασμένο φρούριο στις Πόρτες; Ίσως. Άλλωστε στην πλευρά προς τον Θερμαϊκό είχε κατασκευασθή ένας ευρύς οχυρωματικός περίβολος.
Το Φθινόπωρο τού 1423 οι Βενετοί παρέλαβαν την Θεσσαλονίκη από τον δεσπότη Ανδρόνικο Παλαιολόγο. Συγχρόνως, ή λίγο αργότερα, παρέλαβαν και την χερσόνησο τής Κασσανδρείας. Μία από τις πρώτες φροντίδες τους ήταν η ενίσχυση των οχυρών τού ισθμού και των υπολοίπων πύργων τής χερσονήσου. Παραλλήλως εγκατέστησαν φρουρά, η οποία πρέπει να παρέμεινε εκεί μέχρι την ολοκλήρωση τής καταλήψεως τής χερσονήσου από τούς Τούρκους, το 1429 ή στις αρχές τού 1430.

Ιωάννης Ζ΄ Παλαιολόγος
"Δεσπότης Θεσσαλονίκης και Βασιλεύς πάσης Θεσσαλίας"
(3 Ιουν. 1403 - 22 Σεπτ. 1408)

Τουρκοκρατία

Οι πληροφορίες από τα χρόνια τής τουρκοκρατίας για την περιοχή είναι ελάχιστες. Η νέα κατάσταση αχρήστευσε την στρατηγική σημασία των οχυρών τού ισθμού και ή περιοχή φαίνεται ότι ερημώθηκε.
Το 1591 ό αρχιευνούχος των ανακτόρων Γαζανφέρ, επώλησε προς την μονή Δοχειαρίου μία μεγάλη έκταση ανατολικώς των τειχών τού ισθμού. Το κτήμα αυτό, το «Καπύ— μετόχι» δηλ. «μετόχι τής Πόρτας», το είχε ή Δοχειαρίου μέχρι το 1924. Κατόπιν αυτού θεωρούμε ως απίθανη την ερμηνεία πού δόθηκε στην πληροφορία τού Θεοδοσίου Ζυγομαλά, ότι ή Κασσάνδρεια, το 1578, ήταν μία ανθούσα πόλη, με 2.000 σπίτια, 60 ιερείς και έδρα επισκόπου. Προφανώς ή πληροφορία αυτή αναφέρεται σε όλη την χερσόνησο και όχι στην (έρημη τότε) Κασσάνδρεια. Άλλωστε στον βακουφναμέ τής μονής Βατοπεδίου, ό οποίος θα πρέπει να χρονολογηθή γύρω στο 1569, το μετόχιο τού Αγίου Μάμαντος περιορίζεται «υπό φρουριακών τειχών, των γνωστών υπό το όνομα Κασσανδρείας». Πιστεύουμε ότι ή διατύπωση αυτή αφορά ακατοίκητα τείχη και όχι οχυρωμένη πόλη.
Το 1793 ό γάλλος πρόξενος στην Θεσσαλονίκη Couzinery πήγε «στις πόρτες τής αρχαίας πόλεως Κασσανδρείας. Ή Κασσάνδρεια σήμερα είναι να πτωχό χωριό τριάντα ή σαράντα οικογενειών. Μερικά σπιτάκια στηρίζονται στους αρχαίους πύργους, πού αποτελούσαν κατά την αρχαιότητα τις οχυρώσεις τής πόλεως».

Επανάσταση και νεότερα χρόνια

Λίγα χρόνια αργότερα, στο ερειπωμένο διατείχισμα, ή φλογισμένη ψυχή τού Χαλκιδικιώτη δίνει μάθημα αυτοθυσίας, καθώς ή Επανάσταση τού 1821 ανδρώνεται στην Νότιο Ελλάδα, κερδίζοντας χρόνο από την ανέλπιδα, μα λυσσασμένη, αντίστασή του.
Ο χώρος και πάλι ερημώθηκε και το 1887, ό ταγματάρχης Σχινάς, περιηγούμενος την Χαλκιδική βρίσκει μόνον δύο «φυλακεία ή πύργους» στις Πόρτες.
Το 1924 έγινε ό έκτος γνωστός εποικισμός τής θέσης• πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη εγκαταστάθηκαν και δημιουργήθηκε ένα νέο χωριό πού ονομάζεται Νέα Ποτίδαια.

-Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής.
ΠΗΓΗ: ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ ΠΟΛΥΓΥΡΟΣ, 7—9 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1984 ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(Οι επικεφαλίδες και ο τονισμός είναι του protostrator.blogspot.com προς διευκόλυνση της ανάγνωσης λόγω της μεγάλης έκτασης του κειμένου)


Άλλες οχυρώσεις στη Μακεδονία εδώ και εδώ

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Soapstone Warriors (military saints in byzantine carved icons)



Sculpture was never really popular in byzantine art. The main reason for this was the close association of this form of art with the ancient pagan religion.
This does not mean in any way that sculpture ceased to exist with the prevalence of Christianity and the transformation of the ancient Roman empire to the medieval one (the Byzantine).
Reliefs, pannels, stattuetes and rarely statues were constantly produced for more than one thousand years.

An interesting category of sculpture artwork are the icons made of steatite, commonly known as "soapstone". They are mainly works of the 10th to 13th century (mainly the komnenian 11th-12th) and the majority of them depicts military saints.
It is probable that many of them belonged to officers and some were used as standards during litanies or battles.
The saints are depicted in detail, armed with arms of their time. This is really useful for the study of the byzantine military, since most of byzantine works of art tend to represent military saints with a more "antique" or "classical" style of arms and armor.


St.George. 11th cent. Steatite Icon. Vatopedi monastery, Athos, Greece
George is depicted as a cavalry officer.
He wears a klivanion cuirass (lamellar) with attached metal pteruges and a mail upper part-probably a hood.
His long leg protection (kampotouva) and tunick betray that he belongs to a cavalry regiment.
A spear, a long sword and an almond shaped shield are the saint's weapons.

St. Theodore Stratelates. 12th cent. Steatite
The saint is praying. The arms and armor are similar to those of St.George above. Note the pattern on the shield.
St.Demetrius. 12th cent. Steatite. (Louvre M.)
Demetrius here is an archer. Equipped with a composite bow, a spear and a round shield he wears a padded cuirass (zava) with attached pteruges.

St. Demetrius. 11th cent. Steatite.
The saint wears a chainmail coat and long boots, holds a sword and a shield is hanged by his shoulder.
St. Demetrius again. 11th cent. Steatite

 Saints on horseback. Demetrius on the left with a sword and a padded cuirass (similar to one above) and George spearing the dragon.
12th cent. Steatite (1.Kremlin, Moscow 2.MoBiA, New York)

St.Theodore, George and Demetrius. 12th cent. Steatite. Cherson
George in the center wears full lamellar protection, Theodore Stratelates a klivanion too and underneath mail, while Demetrius a chainmail. The first two hold a spear while Demetrius a remarkably long and broad sword. All of them have almond shaped shields.

The Arrest of Christ. 12th cent. Steatite
A soldiers lifts a mace (vardoukion).
The Crucifixion-12th cent. Steatite.
The centurion wears a headgear, a chainmail and an almond shaped shield.
Interrogation of Christ. 12th cent. Steatite. (Baltimore M.)
The officer on the left who strikes Jesus, does not wear armor but his uniform for the days of peace.


St.Demetrius wearing a lamellar cuirass (klivanion) with pteruges
He is holding a spear and a round shield -common in the 10th cent. 
By his right shoulder is hanged a broad sword in a decorated scabbard.
The cut-out panel at the base of the icon may have supported a standard that would have allowed the image to be carried in processions. 
The holes in the icon may mean that it was used as a cover for a book in the Latin West.
 Ivory icon 950-1000 (Metropolitan M.,New York)

The Louvre reliefs above belong to earlier and later periods and present a remarkable "classical" style. Arms and armor seem rather ancient than medieval.
Left and Right: The Harbavile Triptych, ivory panel, c.950
Center: St. Demetrius, steatite icon, 14th cent

Battle of the Old Testament- Full armed soldiers with round shields and kassidion helmets.
The Joshua ivory panel. mid 10th century (Metropolitan M, New York)



***


SOURCES:

1. Kalavrezou-Maxeiner, Byzantine Icons in Steatite, Vienna 1985
2. Christopher Walter, The warrior saints in byzantine art and tradition, Ashgate Publishing 2003



fragment of steatite icon from Traianoupolis, Greece. 12th cent